Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Σαρανταεννέα ( Α Μέρος )

Βρέχει. Φθινοπωριάζει σιγά σιγά. Τα φύλλα από τα δέντρα πέφτουν και η μέρα αρχίζει να λυγίζει από το βάρος της νύχτας. Μικραίνει μπροστά στο σκοτάδι και κρατάει δυνάμεις μέχρι την επόμενη ισημερία για να ανακάμψει. Οι δρόμοι ερημώνουν, οι πλατείες αδειάζουν, οι άνθρωποι αποξενώνονται. Τα πολλά ρούχα κρύβουν την σάρκα, κατακεραυνώνουν τον πόθο, μειώνουν την έλξη. Ο έρωτας σκοντάφτει στα τυφλά και ψάχνει εναγωνίως κάπου για να κρατηθεί. Μακάριοι είναι οι τολμηροί που δεν θα τον αφήσουν να πέσει χάμω. Που θα τον κρατήσουν στα χέρια τους και θα τον ζήσουν. Εγώ όσες φορές δοκίμασα δεν μπόρεσα να τον κρατήσω. Τυφλός αυτός, σακάτης εγώ, δίδυμο σωστό της συμφοράς. Ή θα ναι μπροστά μου ή πίσω μου. Πότε στο πλάι μου. Όλοι αντάμα κι ο ψωριάρης χώρια. Το ψιλόβροχο έχει μετατραπεί τώρα σε νεροποντή και ο ουρανός ξαφνικά σκοτεινιάζει. Ανοίγω φώτα. Τα σποτάκια στους τοίχους και στις ψευδοροφές στη μεζονέτα του Άγγελου κάνουν αμέσως την διαφορά και το σαλόνι φωτίζεται λες και έχουμε Ανάσταση. Άλλα όχι. Δεν θα αναστηθεί κανείς. Μάλλον θα κρεμαστεί. Πάνω από τον τριθέσιο υφασμάτινο καναπέ ο Βελάσκεθ σε μία απομίμηση του "Λας Μενίνας" μου ρίχνει κλεφτές ματιές  και θαρρείς ότι είναι έτοιμος να μου κάνει υποδείξεις να μην κουνηθώ για να με αποθανατίσει στον καμβά της ζωγραφικής του. Αλλά γελιέμαι, όπως και συ Φίλιππε και ας μοστράρει το δικό σου είδωλο και της κυράς σου, στο καθρέφτη που κρέμεται στον τοίχο. Την παράσταση κλέβει η μικρή Ινφάντα Μαργαρίτα με την αυλή της και ο πολυμήχανος ζωγράφος. Θα μας κλείνει το μάτι και θα μας την σκάει εσαεί. Στο στερεοφωνικό αφής βάζω το "Better thinks" των Massive Attack και αφήνω τον ήχο να διοχετευτεί στα  ηχεία που βρίσκονται καμουφλαρισμένα σε όλο το διαμέρισμα. Σε λίγα δεύτερα τα 150 τετραγωνικά δονούνται στους ρυθμούς της συμμορίας από το Bristol αλλά η ηχομόνωση κάνει καλή δουλειά. Τα εν οίκω μη εν δήμω. Είναι καιρός, νομίζω να ξυπνήσω τον γαμπρό. Στο δωμάτιο τραβάω τις κουρτίνες και ανοίγω τα παράθυρα. Ο Άγγελος δείχνει να μην καταλαβαίνει τίποτα.
- Ξύπνα μαλάκα. Μεσημέριασε
Ανταπόκριση μηδέν.
- Σήκω περήφανε αητέ κι άνοιξε τα φτερά σου...
Άνοιξε το ένα μάτι. Πρόοδος
- Γαμπρέ τη νύφη να αγαπάς να μην την εμαλώνεις...
Άνοιξε και το άλλο. Ωσαννά
- Σήμερα γάμος γίνεται σε ωραίο περιβόλι*...
- Ποιος παντρεύεται?
- Είναι σε αυτό το δωμάτιο και δεν είμαι εγώ. Ποιος είναι?
- Μαλάκα τι ρωτάω.. Έχω χάσει το μυαλό μου. Πόσες ώρες κοιμάμαι?
- Έξι
- Τι κάναμε χθες?
- Δεν θυμάσαι?
- Για να σε ρωτάω?
- Παρτούζα με κάτι πουτάνες..
- Δεν μιλάς σοβαρά?
- Ήσουν ασυγκράτητος. Εγώ μετά από δυο ώρες βγήκα off. Εσύ μέχρι τα ξημερώματα πηδούσες και έχυνες. Μια γαμησομηχανή..
- Τι λες τώρα? Παραμονή του γάμου μου και δεν μπόρεσα να μαντρώσω το πουλί μου. Τι πάω να κάνω στην εκκλησία τότε?
- Ήθελες να τις φέρεις και σήμερα για δεύτερο γύρο
- Καλά εγώ είμαι ζώο, εσύ ρε μαλάκα γιατί δεν έκανες τίποτα?
- Τι να κάνω, σε φοβήθηκε το μάτι μου
- Πάρε την Ζωή και πες της ότι το μυστήριο ακυρώνεται και μετά βγάλε μου εισιτήριο για τον αγύριστο..
- Χαλάρωσε, πλάκα σου κάνω
- Φτου σου μαλάκα!!
- Έπρεπε να δεις όμως τι μούρη σου..
- Τι κάναμε τελικά?
- Τα πίναμε μέχρι το πρωί. Μέχρι που ξεράθηκες και σε έβαλα στο κρεβάτι
- Εσύ κοιμήθηκες καθόλου?
- Καλό!
- Πως είσαι?
- Σαν να με έφτυσε γίγαντας..
- Που θα πάει ρε φίλε αυτή η κατάσταση?
- Μέχρι το τέρμα. Άκου, πάω μέσα να φτιάξω καφέ. Κάνε ένα ντους και έλα.
- Στέφανε? Κάνω καλά?
- Κλείσε τα μάτια και φέρε στο μυαλό σου τη ζωή σου χωρίς την Ζωή. Αν τα ανοίξεις με τρόμο δεν θα με ξαναρωτήσεις...
Η ξαφνική καταιγίδα τελειώνει όπως είχε αρχίσει. Δεν μπορεί να βρέχει
συνέχεια. Ο Πέτρος καταφθάνει με την κάμερα στο χέρι με σκοπό να
φυλακίσει το συγκεκριμμένο παρόν σε ένα επανεγγράψιμο δισκάκι 120
λεπτών. Τα ίχνη που θα αφήσει πίσω ο χρόνος θα έχουν διάρκεια μόνο για
δύο ώρες. Εκεί θα στριμωχτούν στιγμές με γέλια, φιλιά, αγκαλιές, κλάματα,
βλέμματα, φωνές, τραγούδια και χοροί. Πρόσωπα που πιθανόν να μας αφήσουν
στο κοντινό μέλλον θα παρευλάνουν κάθε φορά που θα παρακολουθούμε αυτά
τα ίχνη. Ο χρόνος ποτέ δεν είναι αρκετός. Είχες δίκιο πατέρα και πολύ
λυπάμαι που δεν είσαι εδώ να συμφωνήσουμε. Έστω για μια φορά.
Καθώς ο Άρης συμπληρώνει το καρέ, οι Lighthouse Family με το
"Beautiful Night" μας προϊδεάζουν για την συνέχεια της βραδιάς.
- Ρε Γαργαντούα* δεν αφήνεις το κρασί γιατί σε λίγο θα τρεκλίζεις? μου κάνει ο Άγγελος
- Ε και λοιπόν, ο κουμπάρος είμαι, δεν είμαι ούτε ο γαμπρός, ούτε ο παπάς..
- Και σίγουρα ούτε και η νύφη που ως γνωστόν θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον, κάνει ο Άρης και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας
- Ειρήνη ημίν, μας προτρέπει ο Πέτρος και ανάβει μια δάδα για να κάνει γύρα.
- Έχεις κατά νου ότι τραβάει η κάμερα και το περιεχόμενο θα το δει η Ζωή και τα πεθερικά μου? τον ψαρώνει ο Άγγελος
- Ξέρετε ποια είναι η μητέρα της μαστούρας? μας κάνει αυτός ενώ προσπαθεί να πιει το καπνό μέχρι το μεδούλι.
- Ποια? απορούμε
- Η παύση, κύριοι. Η παύση
Γέλια απλώνονται ανά οκτάβες*. Παράλληλα το πίνουμε. Ή μας πίνει, αν
προτιμάτε. Σιγά σιγά ντύνομαι. Φοράω μαύρο κοστούμι, άσπρο πουκάμισο με
μπεζ μανικετόκουμπα, μαύρη ζώνη υφασμάτινη με πιέτες και παντουφλέ
μαύρο παπούτσι με ασορτί κάλτσα. Κοιτιέμαι στο καθρέφτη. Η Μ μου αναθέτει
μια μυστική αποστολή και παρόλο την αφοσίωση που της έχω σαν άλλος
James Bond της αρνούμαι, αφενός γιατί φοβάμαι τα ύψη και αφετέρου έχω
να παντρέψω το κολλητό μου. Έτσι πίνω το dry martini και κλείνω το μάτι
στο είδωλο μου. Λίγο πριν βγω, συμβιβάζομαι με μια θέση γκρουπιέρη
στο Mont Parnes, κλείνω το φως στο δωμάτιο και πάω να κόψω τράπουλα.
- Αυτή είναι κοστουμιά αδελφέ μου!!, με αποθεώνει ο Άρης που χαζεύει το κουτί με τα δαχτυλίδια
- Παίζεις με τις βέρες μαλάκα? του κάνω. Φέρτες μη τις χάσω.
Τις βάζω στο αριστερό εσωτερικό τσεπάκι του σακακιού μου. Τώρα είμαι
ήσυχος. Μία σοβαρή δουλειά επιτελεί ο κουμπάρος. Φροντίζει να μη χάσει
τις βέρες. Στα υπόλοιπα είναι κομπάρσος.
- Η κρητική μαχαίρα σου λείπει, μου κάνει ο Άρης
- Γιατί την μουστάκα την έχει, επικροτεί ο Πέτρος
- Δεν θα ξυριστείς? απορεί ο Άγγελος
- Στο τέλος... ξυρίζουν το γαμπρό
Με τον ήχο του "With or Without you" των U2 ο Άγγελος ξεκινάει να
ντύνεται. Ή μάλλον να τον ντύνουμε. Ο Πέτρος του βάζει πουκάμισο και
παντελόνι χρώματος άσπρο. Ο Άρης παίρνει το λευκό σακάκι πλησιάζει
τον δεξιόχειρα Άγγελο και του το φοράει πρώτα από το αριστερό χέρι.
- Δε μπορεί.. Θα την κάνει την μαλακία, μονολογεί ο Άγγελος
Στο τέλος εγώ βάζω την τελευταία πινελιά. Την ζώνη και το παπιγιόν
χρώματος μαύρο. Κάτι με χαλάει.
- Τι λέτε? Ο γιακάς του πουκαμίσου μέσα ή απέξω από το παπιγιόν? ρωτάω
- Να το δούμε και έτσι και αλλιώς, κάνει ο Πέτρος
- Ρε χαμηλώστε την αρχιδιά που βάλατε, ξεσπαθώνει έναντια στους U2 o Άγγελος
- Αν τον βάλω από μέσα δεν στέκεται, απορώ
- Να τον πιάσω με συνδετήρες?  διαμαρτύρεται ο γαμπρός
Τον αφήνω απέξω και τον κοιτάω από απόσταση
- Πως είμαι? Ακούω? ρωτά ο Άγγελος
- Σαν μετρ. Φέρε ένα κρασί στο τραπέζι τέσσερα, κάνει ο Άρης
- Πως είμαι Πέτρο?
- Δον Κορλεόνε!
- Στέφανε?
- Αυτός είναι γαμπρός..
- Κυλότες, νομίζω ότι είμαι έτοιμος να παντρευτώ...
Το μυστήριο είναι για τις 19:00 το απόγευμα και σιγά σιγά
ετοιμαζόμαστε για αναχώριση. Ο ουρανός καθαρίζει και η υγρασία υποχωρεί
λες και η φύση συνωμοτεί με το χρόνο για να ενώσουν δύο καρδιές εις
σάρκα μία. Η μπέμπα αστραφτερή και στολισμένη μας περιμένει με ανοιχτή
τη σκέπη της. Θα οδηγήσω εγώ καθώς ο γαμπρός για πρώτη φορά δεν έχει
αντίρρηση. Πίσω θα ακολουθεί κομβόϊ ο Πέτρος με τον Άρη. Λίγο πριν
κατέβουμε μια τελευταία πρόποση στους ήχους του "Linger" των
Cranberries. Βάλτε, λοιπόν, όλοι τα καλά σας και ελάτε να μας δείτε.
Θα είμαστε καλοί, σας το υπόσχομαι. Χτύπησε από την κουίντα* το τρίτο
κουδούνι. Είναι ώρα να βγούμε. Η αυλαία ανοίγει. Ξεκινάμε...
Λίγα λεπτά αργότερα φθάνουμε στην εκκλησία. Παρκάρω μπροστά και με τον
Άγγελο παίρνουμε θέση μπροστά στο κεφαλόσκαλο του ναού για τις πρώτες
αναμνηστικές φωτογραφίες. Κόσμος και ντουνιάς περνάει για χειραψία. Το
μειονέκτημα να είσαι γαμπρός είναι ότι χαιρετάς δύο φορές. Μια στην
αρχή και μία στο τέλος. Αν είναι από κοντά και ο κουμπάρος τότε
γαμησέ τα. Και δεν φτάνει να χαιρετάς πρέπει και να γελάς σαν χαζός.
Στο τελευταίο δεν έχω πρόβλημα. Με τους πάφους του Πέτρου έχω κολλημένο
ένα μεγάλο χαμόγελο στο στόμα, τύφλα να χει ο Τζόκερ*. Σε κάποια στιγμή
πλησιάζει η κυρά Άννα ντυμένη στα ροζ και με τα μαλλιά λυτά στους ώμους.
Εγώ με τη σειρά μου απομονώνω τον ήχο και την εικόνα των παρείσακτων.
Στο ντεκόρ μου θέλω μόνο εκείνη.
- Γίνεται να κλέψω τον κουμπάρο? μου κάνει
- Έρχομαι οικειοθελώς..
- Μην τον ακούτε, κυρά Άννα, θέλει σαν τρελός να με παντρέψει, κάνει ο Άγγελος που εισβάλλει στο ντεκόρ μου βίαια.
- Είστε και οι δύο υπέροχοι, μας κάνει και βάζει στα πέτα μας, δύο μικρές μπουτονιέρες*.
- Κυρά Άννα θα μου κάνετε την χάρη να σταθείτε δίπλα μου με την οικογένεια σας?
- Με μεγάλη μου χαρά
Στο κόσμο που συρρέει παρατηρώ με απορία κάποιες πρώην γκόμενες του Άγγελου
- Ρε συ κάλεσες τις πρώην σου?
- Ναι και ανταποκρίθηκαν όλες από ότι βλέπω
- Καλά πως σου ήρθε αυτό?
- Ήθελα όλες να περάσουν από μπροστά μου και να μου σφίξουν το χέρι
- Είσαι μεγάλη ψωνάρα!
Ξαφνικά ακούγονται φωνές και σαματάς. Μέσα από την εκκλησία πετάγεται
ο Άρης και ξωπίσω του τρέχει ο παπάς της ενορίας. Κρατά στα χέρια του
ένα εξαπτέρυγο και ωρύεται
- Στο πυρ το εξώτερο σαρδανάπαλε*! Ήρθες να κολάσεις την παπαδιά!
Ο Άρης στο πανικό του πηδάει τα σκαλιά της εκκλησίας μεμιάς και
εκτοξεύεται σε κάτι κάδους αποχέτευσης. Σίγουρα καλύτερη επιλογή τα
σκουπίδια από το μέταλλο χαραγμένο στο κεφάλι του.
- Κουμπάρε τράβα ηρέμησε τον παπά δεν βλέπω να με παντρεύει, μου κάνει ο Άγγελος
Πηγαίνω στο ιερό και προσπαθώ να συνεφέρω τον παπά. Είναι εκτός εαυτού.
Με το πράσινο χρώμα του ευρωμαρουλιού όμως ηρεμεί και αρχίζει να μου κάνει
μαθήματα θρησκευτικότητας και πατριδογνωσίας. Εν κατακλείδι μου ρίχνει
και έναν γάμο στην Κανά. Την στιγμή που μου τα λέει όλα αυτά τον
φαντάζομαι ντυμένο στα κόκκινα με σκούφο, ροδοκόκκινα μάγουλα και σάκο
γεμάτο παιχνίδια να τον πετυχαίνω παραμονή Χριστουγέννων και να τον
σπρώχνω από την καμινάδα ενώ αυτός εκλιπαρεί να μπει από την
πόρτα. Όταν τελειώνει το μανιφέστο*, του ζητώ να παίξει την σύντομη
εκδοχή του γάμου για να μην ταλαιπωρείται ούτε αυτός, ούτε και εμείς.
Μέγα λάθος που ακολουθεί δεύτερη έκρηξη.
- Ύψιστε δώσε μου δύναμη και σύνεση να τους αντέξω τούτους εδώ! Ο ένας με την παπαδιά, ο άλλος με τα θυμιατήρια και τώρα αυτός!
Τον αφήνω μόνο του να τα πει με τον Μεγάλο και την κάνω για το πόστο
μου. Η ώρα κοντεύει εφτά άλλωστε και η νύφη όπου να ναι θα φανεί.
- Ποιον εννοούσε με τα θυμιατήρια ο Δαβίδ το Ξωτικό*?
Περνώντας από το εσωτερικό του Ναού παρατηρώ τον Πέτρο να τα πειράζει
- Ξέρεις αυτά λειτουργούν μόνο με λιβάνι? Κανόνισε μαλάκα να την ακούσουμε χριστιανικά εδώ μέσα, του φωνάζω και τον ξεκολλάω.
Στο προαύλιο στέκομαι δίπλα στον Άγγελο και του κλείνω το μάτι. Η Ζωή
δεν με διαψεύδει και έρχεται στην ώρα της. Από μια Μercedes slk
ξεπροβάλλει λαμπερή και απαστράπτουσα. Είναι πιο όμορφη από ποτέ. Φορά
ένα νυφικό από επεξεργασμένο μετάξι, σατέν,και δαντέλα. Το μπούστο
στολίζεται με πούλιες και χάντρες κεντημένες στο χέρι και η φούστα
έχει πιασίματα και σέρνει μια εντυπωσιακή ουρά που αγγίζει απαλά το
χαλί. Τα μαύρα μαλλιά της κρέμονται στους ώμους της και δύο μικρά
λουλούδια κρατούν το χτένισμα της ακμαίο και ζωντανό. Ο Άγγελος μένει
αποσβολωμένος. Αυτή τον κοιτά και του χαρίζει το πιο γλυκό της χαμόγελο,
πριν του σφραγίσει τα χείλη του με τα δικά της. Μέσα σε φλας, παλαμάκια
και ιαχές τσουλάμε στο εσωτερικό του ναού. Μπροστά το ζεύγος, πίσω εγώ με
την κυρά Άννα και πιο πίσω το μπουλούκι. Παρατηρώ τον Άγγελο που
ψιθυρίζει κάτι στη Ζωή και το μάτι μου πέφτει στο πίσω μέρος του
νυφικού της που είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό. Μία πλάτη γυμνή, ικανή να
στολίζει μόνο τις φαντασιώσεις μας. Όλα μοιάζουν ιδανικά. Κυρίες και
κύριοι το πανηγυράκι αρχίζει...



*Στίχοι από το παραδοσιακό "Σήμερα γάμος γίνεται"
*Γαργαντούας = Μυθικός ήρωας του Ραμπελαί, φημισμένος για τη λαιμαργία του
*Οκτάβα = Η ηχητική απόσταση ανάμεσα στον πρώτο και τον τελευταίο ήχο/νότα
μιας οκτάφθογγης κλίμακας.
*Τζόκερ = Φανταστικός χαρακτήρας εμπνευσμένος από την DC comics.
*Κουίντα = Πλάγιο παραπέτασμα στη σκηνή του θεάτρου που κρύβει τη θέα προς
τα παρασκήνια
*Μπουτονιέρα = Από την γαλλική λέξη boutonniere. Tο λουλούδι ή το κόσμημα που
βάζουν στην κουμπότρυπα του σακακιού.
*Σαρδανάπαλος = Ο τελευταίος βασιλιάς της Ασσυρίας. Παροιμιώδης για την έκφυλη
και άσωτη ζωή του.
*Μανιφέστο = Παρουσιάζω με έντονο τρόπο τις απόψεις μου υπέρ ή κατά ενός
ζητήματος
*Δαβίδ το ξωτικό = Παιδική σειρά την δεκαετία του 80

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου