Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Το συμβάν ( 2o Μέρος )

Για ποιο λόγο ανησυχούσε? Δεν είχε κάνει κάτι μεμπτό. Ένα εισιτήριο δεν χτύπησε το πρωϊ στο λεωφορείο, αλλά το πρόστιμο το πλήρωσε. Κάτι λογαριασμούς που είχε καθυστερήσει θα τους ξοφλούσε το συντομότερο. Ξεκόλλησε τα χέρια του από τον καλόγερο και αφού κρέμασε σε αυτόν, ένα καπέλο και δύο παλτά - που είχαν ξεπέσει με τον σαματά - πλησίασε στο γραφείο του Βεληγκέκα. Αυτός είχε αράξει στον θρόνο του και φυσούσε το καϊμάκι στο καφέ του. Το μειλίχιο ύφος του, έδειχνε ότι είχε καλμάρει.
- Είδες θράσος που τό 'χουν τα κωλόπαιδα? Τους πιάνεις στα πράσα και αυτοί κάνουν το μαύρο, άσπρο. Τους δείχνεις το βίντεο της κάμερας να θαυμάσουν τις φάτσες και τα έργα τους και το παίζουν παλαβοί. Και μετά βγαίνουν και λένε ότι η Αστυνομία τους κακοποίησε... Επειδή τους ρίξαμε έναν φούσκο και τους τραβήξαμε λίγο παραπάνω το αυτί... Και μετά να οι εφημερίδες με τα πρωτοσέλιδα... Να τα δελτία ειδήσεων με τα αποκλειστικά... Τα κακόμοιρα τα παιδιά μας τι πάθανε... Αλλά θα σου πω τι φταίει... Ξέρεις πότε χάλασε ο κόσμος? Από την στιγμή που η Ελληνική Αστυνομία υποκατέστησε τον πατέρα και την μάνα. Γιατί σε ρωτώ? Πες μου... Αν ο πατέρας και η μάνα δεν είναι εκεί για να τους μάθουν ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος, να τους νουθετήσουν και να τους συμβουλέψουν και που λέει ο λόγος ρέ αδελφέ, να τους ρίξουν και κανά μπερντάκι όταν χρειαστεί, τότε ποιος θα το κάνει?.. Όχι σε ρωτώ... Ποιος θα το κάνει? Η Ελληνική Αστυνομία θα το κάνει... Είναι χρέος της. Νομίζεις ότι εμένα μ' αρέσει να ξυλοφορτώνω την νεολαία μας? Με βαριά καρδιά το κάνω. Παίρνω δύναμη όμως γιατί εκείνη την στιγμή ξέρω ότι επιτελώ τον ιερό ρόλο του πατέρα και της μάνας. Άλλωστε και ο σοφός λαός μας δεν λέει ότι το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο?... Ή όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος?  Δεν ξέρω, αν και κατά πόσο γίνομαι σαφής?...

Σάββατο 22 Μαρτίου 2014

Το συμβάν ( 1o Μέρος )

Το πρώτο χτύπημα του τηλεφώνου δεν το άκουσε κανείς από τους δυο. Στο δεύτερο χτύπημα, εκείνος πετάχτηκε από τα σκεπάσματα του και κοίταξε την ώρα. Μόλις είχε χαράξει. Πέθανε η μάνα, σκέφτηκε και στο τρίτο χτύπημα αναρωτήθηκε αν το μαύρο κοστούμι του, που ήταν από καιρό στην ντουλάπα ήθελε καθαριστήριο. Στο τέταρτο χτύπημα το σήκωσε η γυναίκα του φανερά ενοχλημένη.
- Δεν το ακούς χριστιανέ μου! Δίπλα σου είναι... πρόλαβε και του πέταξε πριν απαντήσει στο τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής η φωνή που ακούστηκε ζήτησε συγνώμη για το ακατάλληλο της ώρας αλλά ήταν σοβαρή ανάγκη να μιλήσει μ' εκείνον. Αυτός πήρε το ακουστικό από το χέρι της γυναίκας του και βέβαιος πια για την μάνα του, άρχισε να οργανώνει στο μυαλό του τα διαδικαστικά της κηδείας. Του πήρε λίγα δευτερόλεπτα μέχρι να συνειδητοποιήσει με ανακούφιση, ότι δεν συνομιλούσε με εντεταλμένο από κάποιο γραφείο τελετών αλλά με τον Βίκτωρα, τον άμεσο προϊστάμενό του. Είχε γίνει διάρρηξη στο κατάστημα στο οποίο εργάζονταν και σαν υπεύθυνος, ήταν ο μόνος που είχε κλειδιά. Έπρεπε σύντομα να μεταβεί εκεί για να διευκολύνει το έργο της Αστυνομίας και της Σήμανσης. Σηκώθηκε βαριεστημένα, πλύθηκε, ντύθηκε βιαστικά και χωρίς να πιει καφέ χαιρέτησε την γυναίκα του, η οποία στο μεταξύ είχε ξανακοιμηθεί.