Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

Ανείπωτη Ιστορία


Σκούπισε με μαντίλι το σκαμμένο του μέτωπο και έσιαξε την χωρίστρα που τό κρυβε. Δύο καστανές κουμπότρυπες, πίσω από δυο στρογγυλούς θολωμένους φακούς, αλληθώριζαν ελαφρώς. Το δεξί του χέρι, το είχε σταυρώσει στην κοιλιά και με το αριστερό ακουμπούσε τα αφυδατωμένα του χείλη. Τον άκουγε με προσοχή ενώ παράλληλα το πίσω μέρος του μυαλού του ταξίδευε. Δεν μπορούσε να το χωνέψει πως είχε μπλέξει σε αυτή την ιστορία. Ήταν σίγουρος ότι ο Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρυ - αυτή η ξεμωραμένη κωλοτρυπίδα - είχε βάλει το χεράκι του για να τον απομακρύνει από την ανιψιά του, Ρόζμαρυ. Αυτό το ξανθό μπουμπούκι με τα ροδομάγουλα και την
κατάλευκη επιδερμίδα, που για ν' ανοίξει τα πέταλά του, ήθελε ένα καλό πότισμα. Την είχε γνωρίσει στον ετήσιο χορό της Σκότλαντ Γιαρντ πριν μερικές εβδομάδες και την είχε βάλει στο μάτι. Ήταν σίγουρος πως αν έμενε λίγες μέρες ακόμα στο Λονδίνο θα κατάφερνε να την ξελογιάσει και να την ρίξει στο κρεβάτι. Δεν την είχε ερωτευτεί. Γι' αυτό ήταν βέβαιος. Οι γυναίκες γι' αυτόν αποτελούσαν σκαλιά προς την υπέρτατη ηδονή. Καθώς όμως τα ανέβαινε ένα ένα, αντί να φτάνει σε αυτήν την ευχαρίστηση, απομακρύνονταν ολοένα από αυτή. Λαχταρούσε την γυναικεία σάρκα και στράγγιζε τους χυμούς του κορμιού της. Μόλις έφτανε όμως στην κορύφωση αισθάνονταν μια ανυπέρβλητη μοναξιά.

Game Over


Η κρίση μας έσωσε. Τι να λέμε τώρα!
-     Τι νομίζεις πως είναι η ζωή;
-     Επιτραπέζιο ηλεκτρονικό στο καφενείο να  καταπίνει δεκάρικα και να σου χαρίζει εσένα δικαίωμα στην ελπίδα;
-     Στημένος ποδοσφαιρικός αγώνας με κλεμμένη παράταση και κουκουρούκου πέναλτι;
-     Η μήπως καλόμαθες στα δανεικά όνειρα και σού'πεσε βαρύς ο εφιάλτης;
Γιατί αν ήταν ένα, εγώ πάω πάσο και πάμε παρακάτω. Αλλά επειδή σε ξέρω καλά και γνωρίζω πόσο άπληστος είχες γίνει, βάστα εκεί που κάθεσαι και άκου καλά αυτά που θα σου πω..
Ονομάζομαι Ανέστης Πικραμύγδαλος, είμαι 37 χρονών, πτυχιούχος Οικονομικών, με δύο ξένες γλώσσες και τα τελευταία δύο χρόνια - δόξα τω Θεό - είμαι άνεργος. Πριν μείνω χωρίς δουλειά πρόλαβα και έχτισα γύρω μου, μια εικονική πραγματικότητα, ένα ιλουστρασιόν περιτύλιγμα, μια lifestyle κατάσταση. Στέλεχος, μέχρι πρότινος, σε Τράπεζα και με τα εισοδήματα μου ν' αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο εξαιτίας κάποιων σίγουρων πηγών από το Χρηματιστήριο, ζούσα και ξόδευα για το δεύτερο αυτοκίνητο, το τρίτο κινητό, την επόμενη πιστωτική κάρτα χωρίς όριο, τα επώνυμο ρούχα και παπούτσια, τις hi - tech συσκευές ήχου και εικόνας και το πρώτο τραπέζι πίστα. Όλα έμοιαζαν με μια παρατεταμένη κακομαθημένη εφηβεία δίχως τέλος.. Κάπου εκεί, μπήκε στην ζωή μου η Χρύσα, παιδί βορείων προαστίων και η ζωή μου τακίμιασε με την δική της. Ο ψεύτικος τρισδιάστατος κόσμος μου άνοιξε μεμιάς και την κατάπιε. Ή μπορεί και να συνέβη το αντίθετο. Τέλος πάντων, σημασία έχει πως ο ένας ερωτεύτηκε την εικόνα του άλλου και μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα βρεθήκαμε παντρεμένοι.