Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Σαρανταεφτά

- Λοιπόν, ας με συγχωρέσει ο Κοσμάς ο οποίος δεν με ξέρει και ας δείξει κατανόηση στο φιλοσοφικό ερώτημα που θα θέσω στην παρέα ευθύς αμέσως, κάνει ο Άρης ξαφνικά, κρατώντας το ποτό του με τα δυο του χέρια, λες και θα του το πάρει κανείς. Ο Στέλιος αφήνει στη μέση ότι κάνει και στρώνει τα αφτιά του σαν κεραίες τηλεοράσεως που προς στιγμή έπιασαν εικόνα και μένουν ακούνητες για να μη χαθεί. Ο Κοσμάς σαν guest* της σημερινής βραδιάς χαμογελά χωρίς να ξέρει τι θα ακούσει και παραμένει σιωπηλός αφουγκράζοντας και ρουφώντας τη κάθε στιγμή της υποτιθέμενης ελευθερίας του. Η ιδέα να βγει μαζί μας ήταν δική μου για να πατσίσω με το τρόπο μου τον καλό μου Τσελεμεντέ*. Το σημερινό σκηνικό άλλωστε αφορά τον Άγγελο ο οποίος ζήτησε να τους μαζέψω όλους στο μπαρ. Ο Πέτρος θα ερχόταν μαζί του. Η ώρα λίγο μετά τις 23:00 και ο Falco με το "Jeanny" σφυροκοπά το κεφάλι μου. Σταμάτα να ζεις μέσα στα όνειρα. Η ζωή δεν είναι αυτό που φαίνεται.
- Σας προτείνουν 500.000 ευρώ για να πάρετε ένα τσιμπούκι από έναν χοντρό γέρο - μέθυσο, τι κάνετε? ρωτά δυνατά ο Άρης χωρίς να ενοχλείται ιδιαίτερα αν τον ακούν από δίπλα
- Αυτός που δίνει το χρήμα μπορεί να δώσει κάτι παραπάνω?  αναρωτιέται ο Στέλιος
- Όχι, 500.000 ευρώ μόνο. Φράγκο παραπάνω, κάνει αδίσταχτα ο Άρης
- Και τα 500.000 ευρώ βέβαια δεν με χαλάνε. Όπως και να το κάνουμε είναι ένα σεβαστό ποσό. Χρειάζεται σκέψη και περισυλλογή, αποφαίνεται πάλι ο Στέλιος
- Γιατί χοντρός, γέρος και μεθυσμένος? ρωτώ τον στοχαστή του ερωτήματος
- Δεν καταλαβαίνω το πνεύμα της ερώτησης σου..
- Γιατί να μην είναι νέος, λεπτός, ωραίος και νηφάλιος?
- Εγώ θέτω τους κανόνες
- Έτσι όπως τους θέτεις, αποκλείοντας κάποιους τους νομιμοποιείς
- Εξακολουθώ να μην σε καταλαβαίνω, κάνει ο Άρης φανερά προβληματισμένος
- Λέω ότι όπως θέτεις το ερώτημα αποκλείοντας από τα κριτήρια σου, τους νέους και όμορφους δείχνεις ότι δεν θα είχες πρόβλημα να την βρέξεις στο στόμα σου αν αφορούσε μόνο αυτούς?
- Εγώ τελικά από ποιον πρέπει να πάρω τσιμπούκι? απορεί ο Στέλιος
Ο Κοσμάς ξεκαρδίζεται, γεγονός που κάνει έξαλλο τον Άρη
- Στέφανε το ερώτημα έτσι είναι και δεν αλλάζει? Λοιπόν?
- Σύμφωνα με σένα όλα τα ερωτήματα σου καταλήγουν σε ψευτοδιλήμματα και όλα έχουν τιμή?
- Κάπως έτσι
- Εγώ, λοιπόν, δεν σε ακολουθώ σε αυτό
- Και γιατί παρακαλώ?
- Γιατί λίγο πριν κλείσω τα μάτια μου και παραδοθώ στον βαρκάρη για να με περάσει απέναντι, θέλω να θυμάμαι πράγματα που χόρτασαν την ψυχή μου όπως μία χαραυγή στην Αμοργό, ένα φλαμένκο στην Γρανάδα, μία ομίχλη στα Γιάννενα με εκείνη ή μια οικεία φωνή στη Βιέννη και όχι ένα τσιμπούκι πολλών χιλιάδων ευρώ
- Για σκέψου όμως πριν κλείσεις τα μάτια σου όπως λες, να αναρωτιέσαι που δεν το πήρες?
Λέγοντας αυτό το τελευταίο με κοιτά πολύ σοβαρά. Αρχίζω να γελάω
παρατεταμένα και νευρικά. Πηγαίο γέλιο κατευθείαν μέσα από το στομάχι.
- Τελικά δεν σε πιάνει πουθενά κανένας. Αναρωτιέμαι, με πόσο ξύλο ακόμα θα στρώσεις?
- Είμαι ανεπίδεκτος μαθήσεως, φίλε μου. Και το ξύλο δεν το φοβάμαι. Έχω εσένα
- Τι θα σε κάνω?
- Μπιμπελό στο τοίχο.
Ο Στέλιος ετοιμάζει μια κατάνυξη με τεκίλες σφηνάκι και τις μοστράρει
στη μπάρα στη σειρά σαν εκτελεστικό απόσπασμα. Με το παράγγελμα πυρ
σηκώνονται στα χέρια και αφανίζονται μονομιάς στα στεγνά λαρύγγια μας.
Ο Κοσμάς που δεν είναι συνηθισμένος, δείχνει ζαλισμένος
- Όλα καλά? του κάνω
- Μια χαρά. Γιατί ρωτάς?
- Να ανησυχείς όταν σταματήσω να σε ρωτώ
- Πράγμα που θα σημαίνει?
- Ότι είσαι μόνος
- Δεν καταλαβαίνω. Καλά δε περνάμε?
- Κοσμά σε αυτή την παρέα στην αρχή πάντα είναι καλά. Και στο μεταξύ ακόμα καλύτερα. Στο τέλος όμως είσαι μόνος, αναρωτιέσαι τι πήγε λάθος και εύχεσαι να μην είχες πιει τόσο πολύ
- Άρα?
- Σταμάτα να πίνεις. Είσαι νεούδι στο ποτό και δεν χρειάζεται να το ζορίσεις.
- Μην αγχώνεσαι. Τα έχω τετρακόσια
- Ότι πεις και ότι πιεις λοιπόν..
Τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας και η οινοποσία συνεχίζεται εξαντλητικά.
Λίγο μετά τις 00:00 μια μπάντα με τέσσερα ροκαμπίλια με μαλλί αφέλεια
ξεκινούν να παίζουν το "Highway star" των Deep Purple. Τα τσογλάνια το
παίζουν γαμημένα καλά και το μαγαζί αρχίζει να δονείται στους
εξαντλητικούς ρυθμούς τους. Ή, τελοσπάντων, μπορεί και να μου φαίνεται.
Στο σόλο του κιθαρίστα ο Άγγελος και ο Πέτρος εμφανίζονται στην είσοδο
και μέχρι να φτάσουν στο μπαρ λικνίζονται στο τρελό ρυθμό της λεωφόρου
των αστεριών. Καθώς πλησιάζουν παρατηρώ τα βλέμματα τους. Χαμένοι στο
άπειρο. Τα μάτια τους έχουν μια φρέσκαδα που δεν συνάδει με το υπόλοιπο
κορμί που βολοδέρνει εδώ και κει. Μια γυαλάδα αστραφτερή, σαν της
κουκουβάγιας στο σκοτάδι. Το κωλύριο έχει κάνει άριστα την δουλειά του.
- Καλώς τους
- Είμαστε όλοι εδώ? κάνει ο Άγγελος
- Άπαντες παρόντες, φωνάζω θυμίζοντας λοχία πρωινής αναφοράς και τους συστήνω τον νεοφερμένο Κοσμά
- Καλώς τον κάπτεν Τζίμι και τον Μελλοθάνατο, χαιρετά ο Άρης δείχνοντας τον Πέτρο και τον Άγγελο με τη σειρά
- Γιατί αυτή η προσφώνηση? απορεί ο Κοσμάς
- Ο Άγγελος είναι ο μελλοθάνατος γιατί σε μια εβδομάδα παντρεύεται και ο Πέτρος για το πειρατικό του, εξηγώ
- Ποιο πειρατικό? επιμένει
- Που με αυτό θα φύγετε και σεις*..., κάνει ο Πέτρος θέλοντας να ρίξει φως στο σκοτάδι του Κοσμά αλλά πετυχαίνει ακριβώς το αντίθετο.
- Δεν καταλαβαίνω, κάνει ακόμα πιο μπερδεμένος
- Διάβασε Καββαδία, του λέω και το κλείνω εκεί.
Ο Στέλιος βγάζει ένα Dimple και γεμίζει μια σαμπανιέρα με πάγο. Απλώνει
την πραμάτεια του στη μπάρα και μας λέει
- Αν σας χαλάει η μουσική την αλλάζω τώρα!!
- Όχι, άσε τα παιδιά να ροκάρουν δεν είμαστε για πολύ εδώ, κάνει ο Άγγελος και μας σερβίρει
- Τι εννοείς δεν είμαστε για πολύ εδώ? απορώ
- Εννοώ αυτό που κατάλαβες. Είμαστε για αλλού
- Για που?
- Σκυλάδικο
- Δεν μιλάς σοβαρά?
- Στέφανε παντρεύομαι. Το σημερινό θέλω να το εκλάβεις σαν bachelor* πάρτυ και να μη μου χαλάσεις το χατήρι
- Άγγελε κάθε βράδυ ένα bachelor είναι. Δε μπορώ να καταλάβω γιατί το σημερινό πρέπει να είναι ξεχωριστό?
- Γιατί είναι το δικό μου
- Και τι σε χαλάει εδώ?
- Δεν έχει διάρκεια και ήδη χασμουριέμαι. Τι λες? Θα τη πέσουμε για ύπνο?
- Όκ δεν επιμένω. Πάντως αρχίζω να συμφωνώ με κάτι.
- Με τι?
- Αυτό το bachelor θα είναι όντως διαφορετικό?
- Γιατί?
- Θα τα πληρώσει όλα ο γαμπρός
- Δεν έχω αντίρρηση να πληρώσω τα πάντα
- Ακόμα και τοκογλύφους?
- Άλλη ερώτηση..
- Πως τον βρήκες τον Σπαζοκεφαλιά?
- Άλλη κατηγορία..
- Πόσα σου στοίχισα?
- Δεν καταλαβαίνω τι μου λες..
- Όσα σου στοίχισα θα τα πάρεις πίσω.
- Βρήκες κοστούμι?
- Αυτό στο υπόσχομαι.
- Θα ντυθούμε σπίτι μου..
- Μου αρέσει που συννενοούμαστε εμείς οι δύο.
Ο Στέλιος μας ετοιμάζει υποβρύχια και με τους ήχους του "Close my eyes
forever" που παίζεται από τους πιτσιρικάδες, βυθίζονται καμαρωτά στο
αίμα μας. Sorry guys, θα προτιμήσω την πρωτότυπη εκτέλεση της Lita Ford
με έναν παρανοϊκό Ozzy. Λίγο πριν τις 02:00 αποφασίζουμε να την κάνουμε.
Χαιρετάμε τον Στέλιο ο οποίος, ελέω μαγαζιού, δεν θα μας τιμήσει με την
παρουσία του στα προσεχώς βελάσματα και κακαρίσματα θηλυκών αοιδών με
απίθανες κωλάρες και στα μουγκριτά αρσενικών τροβαδούρων με ολίγο από
πουστιά, κόκα και ψευτομαγκιά. Σερνόμαστε στην έξοδο και χωρίς να το
καταλάβουμε είμαστε μεσά στη μπέμπα του Άγγελου με κατεύθυνση παραλία.
Μπροστά κάθομαι εγώ και πίσω ο Πέτρος, ο Κοσμάς και ο Άρης. Στα μισά του
δρόμου ο Άγγελος πατώντας ένα κουμπί κατεβάζει την τέντα και ο Πέτρος
βγάζει από την ταμπακέρα του ένα τρίφυλλο και το καίει. Με δική του
παραίνεση ανεβάζουμε τα παράθυρα και αφήνουμε ανοιχτή μια χαραμάδα. Στην
απορία που εκφράζει ο Κοσμάς, ο Άρης του εξηγεί ότι αυτό γίνεται για να
μην το καπνίσει ο αέρας. Το πίνουμε αμίλητοι και όταν οι παπάδες
αρχίζουν να σκάνε την ακούμε πατόκορφα. Ο Κοσμάς με εκπλήσει. Πίνει και
αυτός. Δυσάρεστα ή ευχάριστα θα το γράψει η ιστορία. Φθάνουμε σε γνωστό
παραλιακό μαγαζί της καψουροσειράς και μια γουρουνόφατσα στην είσοδο
μας παραδίδει σε έναν μπαγλαμά* οπισθογεμή ο οποίος εν μέσω κλαμπατσίμπαλων και
καραμούζων μας παρκάρει πρώτο τραπέζι πίστα. Ο Άγγελος συνεννοείται με
τον σερβιτόρο, ο Άρης χαριεντίζεται με ένα ξέκωλο που τραγουδά
- τρόπος του λέγειν - και το ραντίζει με νεκρολούλουδα και ο Κοσμάς έχει
δαγκώσει τα δόντια του και σφίγγεται βαριανασαίνωντας.
- Ξέρεις ότι μπορείς να πας και να ξεράσεις ελεύθερα. Δεν είναι ντροπή, του λέω με τρόπο
- Ζαλίζομαι και το ταβάνι γυρίζει συνεχώς, μου κάνει με κόπο
Σε ένα ποτήρι στίβω με το χέρι δύο λεμόνια που βρίσκω στο τραπέζι και
το διαλύω με νερό. Του το δίνω να το πιει. Σε λιγότερο από μισή ώρα ο
Κοσμάς χορεύει πάνω στο τραπέζι μας.
- Που τον βρήκες αυτόν ρε? μου κάνει ο Πέτρος
- Είναι ο γείτονάς μου
- Μήπως πρέπει να του δώσεις εξιτήριο για σήμερα?
- Και αζιμούθιο* να του κόψω δεν θα βρει το σπίτι να γυρίσει
- Είδες τι κάνει το πολύ μέλι στα δάχτυλα?
- Ποια δάχτυλα. Αυτός έπεσε με τα μούτρα
- Είπαν στην γριά να χέσει έ?
- Και έχεσε και ξεκολιάστηκε...
- Πως πάει με την αϋπνία?
- Πάει και δεν πάει..
- Δηλαδή?
- Με τα φάρμακα κοιμήθηκα για λίγο
- Και μετά?
- Μια από τα ίδια
- Στο γιατρό πήγες?
- Πήγα
- Και?
- Είναι ψυχολογικό μου είπε και ότι με απασχολεί θα το βρω μέσα μου
- Του είπες ότι σε λίγο το έξω σου θα συναντήσει το μέσα σου από την έλλειψη βάρους?
- Δείχνω τόσο χάλια?
- Οι νεκροί έχουν καλύτερη όψη από τη δική σου
Εκείνη τη στιγμή σβήνουν τα φώτα, ανάβουν αναπτήρες, κινητά και από
τη πίστα ξεπροβάλλει σαν μεσσίας εξ ουρανού, μυστακοφόρος τελεμές* με
ετοιματζίδικη λευκή κοστουμιά και αρχίζει να απαγγέλει ψευτοκλανιές
με ύφος Λουτσιάνο Παβαρότι. Το κοινό από κάτω κόβει φλέβες, παραληρεί
και σιγοτραγουδά μαζί του. Αυτός με τη σειρά του ζητά περισσότερο πάθος
και κάνει μαθήματα ορθοφωνίας σε ένα κοινό που αντί να τον γιαουρτώσει
με άπαχο άπετσο και στραγγιστό στο πήλινο, τον αποθεώνει κλαίγοντας.
Μεταξύ αυτών και ο Κοσμάς. Πιο παθιασμένα από όλους. Ο Άγγελος έρχεται
και κάθεται δίπλα μου. Αδειάζουμε παρέα ότι έχει απομείνει από ένα
special ουίσκι.
- Περνάς καλά? μου κάνει
- Γαμιστερά...
Γελάει δυνατά. Μπορεί να είμαι ένα με το πάτωμα αλλά πάντοτε όταν
άκουγα τον άλλον να γελά δυνατά, αισθανόμουν μια ψυχική ανάταση. Σαν
να έκλεβα τον θάνατο. Σαν να αναμετρώμουν μαζί του στα σύνορα του Άδη
και του κατάφερνα ένα γερό χτύπημα που διαρκούσε όσο και το γέλιο του
διπλανού μου.
- Αναρωτιέσαι πως είναι ο παράδεισος? Γέλα και θα τον δεις.
- Έλα, κοίτα πόσους ανθρώπους κάνεις ευτυχισμένους, μου κάνει και μου δείχνει τον Άρη και τον Κοσμά οι οποίοι εκστασιάζονται στα ρεφρέν του ραψομανίκη.
- Γιατί νομίζω ότι η ιδέα ήταν δική σου?
- Χωρίς εσένα όλο αυτό δεν θα είχε σημασία. Δεν θα είχε γεύση
- Πως και έτσι?
- Εσύ είσαι το αλατοπίπερο της παρέας
- Να σου πω, πόσα έχεις πιει?
- Αρκετά για να λέω αλήθειες
- Να σου θυμίσω ότι εκτός από φιλόσοφος, είσαι και ο σωφέρ μας. Εκτός αν θέλεις η μπέμπα να ιδρώσει στα χέρια μου?
- Μπα, θέλει τα δικά μου χάδια.
Μια πρόποση μας βρίσκει σύσσωμους στο τραπέζι να κατεβάζουμε μια κανάτα
με καρπουζάκια. Στη πίστα έχει αρχίσει η λαϊκή ώρα, ή αλλιώς η ώρα του
βοδινού και ο ιδιοκτήτης έχει βγάλει ζωντανά στο πάλκο όλη τη μαρκίζα
του μαγαζιού. Μόνο η λεζάντα λείπει. Το αδηφάγο κοινό, η ματαιόδοξη
κοσμοπλημμύρα, οι Ελληνάρες αφού έχουν καταναλώσει ότι λουλουδικό
υπάρχει στο μαγαζί, εκτονώνονται στις χαρτοπετσέτες και μόλις
τελειώνουνε και αυτές, με πρωτεργάτη τον Άρη φέρνουν ότι
σκουπιδαριό βρίσκουν έξω από το μαγαζί και τους διπλανούς κάδους και
το εκτοξεύουν στα πόδια του γύφτικου συρφετού που δεν δείχνει να
πτοείται αλλά αντίθετα φαίνεται να το τραβάει ο οργανισμός του. Είναι
ώρα να του δίνουμε. Ο Άγγελος μας ζητά τι θέλουμε να κάνουμε. Η
πλειοψηφία ζητά στριπτιζάδικο και αφού έχουμε δημοκρατία, έστω και
πλασματική, λίγο μετά τις 04:00 σαν άλλη "Νυχτερινή περίπολος" του
Ρέμπραντ, περιπλανιώμαστε μεθυσμένοι στην Αχαρνών για την εξεύρεση της
χαμένης αντλαντίδας που στην δική μας περίπτωση είναι ένα κωλόμπαρο με
τίτλο "Μόνο καβάλα". Στην πόρτα ένας βλογιοκομένος* βλέποντας τους μισούς
από μας να ξερνούν μπροστά του και τους υπόλοιπους να του εξηγούν εν
μέσω κολλημάτων πως έχει η κατάσταση μας αρνείται κατηγορηματικά την
είσοδο. Στην θέα του πράσινου κολλαριστού κατοστάευρου από τον Άγγελο,
μας την ανοίγει και λέει και ευχαριστώ. Μπαίνοντας μέσα ο ήχος από το
"Misirlou" διασκευασμένο από τον Dick Dale και η θέα του κώλου ημίγυμνων
κοριτσιών που εκτελούν το νούμερο τους στο σωλήνα κάνει τον Άρη να
αφηνιάσει. Από κοντά και ο Κοσμάς σαν καβλωμένος σκύλος παραπατά μία απο
δω και μία από κει. Καθόμαστε σε ένα τραπέζι και αντί να παραγγείλουμε
βραστό με μπόλικο λεμόνι για το στομάχι, κομπρέσες και τήλιο παίρνουμε
ουίσκι με πάγο. Τι ουίσκι δηλαδή, πυρηνέλαιο για σαπούνι ήταν αυτό. Με το
που έρχονται τα ποτά, πέντε δίμετρες από τις χώρες του πρώην ανατολικού
μπλοκ διακτινίζονται δίπλα μας. Με το καλημέρα ο Άρης εξαφανίζεται. Η
τύπισσα που με πλευρίζει κάτι μου λέει στην γλώσσα της που δεν
πολυκαταλαβαίνω. Η προσπάθεια να μου μιλήσει αγγλικά αποβαίνει άκαρπη.
Αυτό που καταλαβαίνω απόξω απόξω είναι ότι τη λένε Τατιάνα και της
αρέσει να με χουφτώνει. Αλλά πεπεισμένη ότι μαζί μου δεν πρόκειται να
δει το χρώμα του χρήματος αποκαρδιώνεται και την κάνει για άλλες
πολιτείες. Μετά από λίγο ο Άγγελος με μια ξανθομαλλούσα Ραπουνζέλ*
ανεβαίνει στα ιδιαίτερα πατώματα για ένα prive χορό και αμέσως μετά
τον ακολουθεί και ο Πέτρος με μια μελαψή Μουλάν*. Μένει ο Κοσμάς να
με κοιτά ξελιγωμένος. Εκείνη τη στιγμή ανεβαίνει για το νούμερο της
μια μαυρομαλλούσα λεοπάρδαλη με μεγάλα μαύρα μάτια και κορμί να θες
να το πιεις στο ποτήρι και να το γλύψεις πόντο πόντο. Σπιθαμή προς
σπιθαμή. Ξεκινά να χορεύει στους ρυθμούς του "Walking With A Ghost"
των The National Fanfare of Kadebostany. Κατεβάζω το ποτό μου και
αρχίζω σιγά σιγά να βυθίζομαι στη παραίσθηση του κορμιού της. Ένα
αιλουροειδές που ήρθε να εξουσιάσει τα δουλικά ανδρικά κορμιά της
υφηλίου. Χορεύει σαν άλλη Σαλώμη, το χορό των εφτά πέπλων και είμαι
έτοιμος να της δώσω το κεφάλι μου στο πιάτο.
- Αν δίναμε τα κλειδιά του κόσμου τούτου στις γυναίκες πόσο καλύτερος θα ήταν, από αυτή τη χαβούζα που ζούμε τώρα? 
Μόλις η παράσταση τελειώνει, δεν περιμένω να έρθει αυτή σε μένα, πηγαίνω
εγώ σε αυτήν. Την πιάνω από το χέρι και την οδηγώ στο καθαρτήριο της ψυχής
μου. Δεν είναι η κόλαση. Μήτε και ο παράδεισος. Είναι το ενδιάμεσο.
- Με λένε Ναταλία, μου εκμυστηρεύεται σε άπταιστα ελληνικά. Εσένα?
- Έχει νόημα?
- Με 100 ευρώ μπορούμε να κάνουμε ότι θέλεις?
- Μόνο χορό
- Οκ. Μπορείς να με πιάνεις όπου θες
Την στιγμή που η Ναταλία τρίβεται πάνω στον κάβαλο μου αισθάνομαι σαν
τον Σίσυφο τον μυθικό βασιλιά της Κορίνθου, ο οποίος ξεγέλασε τον
θάνατο για χάρη του μεγαλείου της ζωής και του έρωτα. Και το έκανε δύο
φορές ο αθεόφοβος. Οι Θεοί του Ολύμπου για να τον τιμωρήσουν που τους
περιέπαιξε, τον έστειλαν κάτω στον Άδη και τον έβαλαν να σέρνει ένα
μεγάλο βράχο μέχρι το βουνό. Όταν τον έφτανε μέχρι την κορυφή ο βράχος
κυλούσε πάλι πίσω. Και ο Σίσυφος ήταν αναγκασμένος να το κάνει αυτό
ξανά και ξανά στην αιωνιότητα. Ένας βράχος είναι η ζωή μου. Πάει και
έρχεται. Ευτυχία που είσαι...
Όταν κατεβαίνω τους βρίσκω όλους, πλυν του Κοσμά. Ο Άγγελος και ο Πέτρος
αποφασίζουν να φύγουν. Τώρα με τη μπέμπα ή με το ασθενοφόρο, είναι ένα
θέμα. Ο Άρης θα μείνει με τα κορίτσια.
- Ο Κοσμάς που είναι?
Μάλλον θα έφυγε. Ξαφνικά μια έντονη δυσφορία και μια ταχυπαλμία με οδηγεί
στην έξοδο. Κάθομαι στο κεφαλόσκαλο. Το στόμα μου έχει αφυδατωθεί και όλα
τα βλέπω θολά. Εκείνη τη στιγμή φωνές ακούγονται απο μέσα και φασαρία.
- Θεέ μου τι έκανε πάλι ο Άρης? μονολογώ
αλλά τα τερτίπια της ζωής με διαψεύδουν οικτρά. Η πόρτα ανοίγει και ο
Κοσμάς αλά μπρατσέτα βγαίνει κλωτσηδόν απέξω. Είναι χωρίς πουκάμισο και
φανέλα. Γυμνός από την μέση και πάνω. Φωνάζει σε έξαλλη κατάσταση.
- Ρε Κοσμά τι έγινε μέσα? απορώ
- Με τις παλιοκαριόλες που έμπλεξα σήμερα..
- Κοσμά σύνελθε! Είσαι μεθυσμένος!
- Να μη θέλουν να γαμηθούν..
- Ρε Κοσμά εσύ βιώνεις μια ιεροτελεστία, μια μορφή δέσμευσης με την κοπελιά σου!
- Ρε δε πανά γαμηθείς και συ..
Αυτό μου είπε ο Κοσμάς ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων και εξαφανίστηκε.
Μετά, αυτό που θυμάμαι είναι ότι, ενημέρωσα τον πορτιέρη, να ενημερώσει
με την σειρά του τον Άρη χωρίς να τον διακόψει - αυτό του το τόνισα
ιδιαίτερα - ότι λιποθυμάω. Και αφού άραξα σε ιδανικό σημείο και είδα
ότι ήμουν αρκετά ασφαλής από τυχόν πέσιμο ή χέσιμο, λιποθύμισα.
Βλέπετε, δεν ξέρω αν σας το έχω αναφέρει ήδη, είμαι κύριος και στις
λιποθυμίες μου...




*Guest = Επισκέπτης, καλεσμένος, προσκεκλημένος.
*Τσελεμεντές = Νικόλαος Τσελεμεντές. Αρχιμάγειρος του 20ου αιώνα. Εμπνευστής
του γνωστού ομώνυμου βιβλίου με συνταγές, ο πρώτος ολοκληρωμένος οδηγός
μαγειρικής
*Στίχος του Νίκου Καββαδία από το "Αρμίδα"
*Bachelor = Πάρτυ εργένηδων
*Μπαγλαμάς = Τρίχορδο μουσικό όργανο. Μεταφορικά ο τιποτένιος, ο μηδαμινός,
ο ασήμαντος, ή, απλά, ο μαλάκας
*Αζιμούθιο = Από τη γαλλική λέξη azimut. Είναι η γωνία σε μοίρες που σχηματίζεται
από την κατεύθυνση του Βορρά και της διεύθυνσης κατά την φορά των δεικτών του
ρολογιού.
*Τελεμές = Από την τούρκικη λέξη teleme. Είδος μαλακού λευκού τυριού
*Βλογιοκομένος = Ο σημαδεμένος από τα εξανθήματα της ευλογιάς.
*Ραπουνζέλ = Παραμύθι ευρύτερα γνωστό από την συλλογή παραμυθιών των αδελφών Grimm
*Μουλάν = Ηρωίδα στην ομώνυμη ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney.



Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Σαρανταέξι

Αναπνέω και πονάω. Ο νάρθηκας με ενοχλεί. Θέλω να τον βγάλω αλλά θα πρέπει να τον υποστώ για λίγες μέρες. Το πρήξιμο στα χείλη εξαφανίζεται σιγά σιγά και το μούδιασμα από την ξυλοκαίνη* είναι τόσο έντονο που τα ράμματα δεν τα αισθάνομαι καθόλου. Είναι εκεί όμως. Μάρτυς μου η γλώσσα. Η ένεση στο άνω χείλος, μου έφερε δάκρυα στα μάτια. Δεν το περίμενα. Σε μια τόσο μικρή περιοχή γύρω από το στόμα να μαζεύονται τόσα πολλά νεύρα και να πρέπει να νεκρωθούν για λίγο. Να κάνουν ησυχία. Για να κουρνιάσει από πάνω τους η κλωστή έξι φορές και να μείνει μαζί τους για μια εβδομάδα. Αυτό που με τρελαίνει πιο πολύ, είναι ένα μικρό καρούμπαλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου. Με σφίγγει σαν μέγκενη*. Δε μπορώ να θυμηθώ τι το προκάλεσε. Μάλλον από την πτώση θα βρήκε κάπου. Ο εφημερεύων γιατρός όταν με είδε, απηύδησε. Με ρώτησε τι γυρεύω εκεί με αυτά τα χάλια και όταν απόρησα που να πάω, η απάντηση του ήταν στη σκουπιδιάρα. Βλέπετε τελείωνε μια ήσυχη βάρδια και στο παραπέντε του λάχαινε συναρμολόγηση και επανάληψη στην ανατομία άλφα και βήτα. Με λυπήθηκε όμως, όταν του είπα πως ήταν η τελευταία μου ελπίδα πριν κινήσω για την χωματερή. Μου έκανε εξετάσεις επί εξετάσεων και στο τέλος απεφάνθη. Κλειστό κάταγμα σε δύο πλευρά,μερικό σκίσιμο του άνω χείλους και μια ελαφριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση στην ινιακή χώρα.

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Σαρανταπέντε

Κεφάλαιο γυναίκες. Σίγουρα θα αναρωτιέστε ότι αποφεύγω επιμελώς να αναφερθώ σε αυτό το θέμα. Κάνετε λάθος. Είχα σκοπό να το κάνω. Στην ώρα του.
- Πως?
- Δεν με πιστεύετε?
- Εσείς όταν βγαίνετε σε ένα εστιατόριο πρώτα σας σερβίρουν το κυρίως πιάτο και στο τέλος τρώτε τα ορεκτικά? 
Όχι βέβαια. Πρώτα παραγγέλνετε τις σαλάτες και τα ποτά, μετά το κυρίως πιάτο και αν είστε large στο καπάκι χτυπάτε μια κρέμ μπρουλέ ή μια πανακότα.
- Κάνω λάθος?
Τρώγοντας έρχεται η όρεξη. Και μια λοιπόν που σε σας άνοιξε η διάθεση και σε μένα ωρίμασε η σκέψη, είμαι έτοιμος να γράψω για τα θηλυκά όλου του κόσμου. Μόνο που σας εκλιπαρώ. Δεν θέλω να χάσω την συμπάθεια σας. Βλέπετε, πλέον είμαι εξαρτημένος από αυτήν.
Η προηγούμενη γενιά, των πατεράδων μας, έχασε με καμάρι την παρθενιά της στα "σπίτια", στους οίκους ανοχής κοινώς μπουρδέλα. Πάντα είχα μια απέχθεια σε αυτά - αν και πήγα κανά δυο φορές σαν φαντάρος - αφενός γιατί τα θεωρούσα εύκολη λύση και αφετέρου διότι ήμουν αντίθετος με το θέμα αγοραίος έρωτας. Και εξηγούμαι.
- Ο άντρας που κάνει όλη τη δουλειά γιατί να πρέπει να πληρώσει?

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Σαραντατέσσερα

Ανεβαίνω τα σκαλιά και στο κατώφλι της πόρτας στέκεται και με περιμένει. Έχει λίγες ρυτίδες παραπάνω από την τελευταία φορά που
την είδα. Φοράει ένα μαύρο φόρεμα και πέδιλα. Μου χαμογελά. Όταν φθάνω στην εξώπορτα με αγκαλιάζει και με φιλά.
- Έχεις αδυνατίσει ή μου φαίνεται? μου κάνει με παράπονο
- Σου φαίνεται. Αλλά και συ είσαι χλωμή?
- Μια χαρά είμαι
Λέμε και οι δύο ψέματα. Μπαίνω στο σπίτι. Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Όλα τα πράγματα είναι στη θέση τους. Μέχρι και στο γραφείο του είναι ακουμπισμένα τα γυαλιά του και η εφημερίδα του και τον περιμένουν. Η βιβλιοθήκη με τα σκονισμένα βιβλία του, η κουνιστή πολυθρόνα του και ο σωρός από περιοδικά και dvd κλασσικών ταινιών που στολίζουν το αρχείο του. Όλα είναι εκεί. Εκτός από αυτόν. Περίεργο που είναι πάντως. Όλα τα πράγματα παίρνουν αξία από μας τους ίδιους. Εμείς κινούμε το μικρό άψυχο συμπάν τους. Αν ξαφνικά σταματήσουμε, σταματούν και αυτά την κίνηση τους. Εξαρτώνται από μας. Εμείς από ποιον εξαρτόμαστε?

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Σαραντατρία

- Καλησπέρα για τον κύριο Κουλουβό έχω έρθει,
κάνω ευγενικά σε μία ώριμη σαραντάρα με γυαλιά μυωπίας που κάθεται στο γραφείο και μιλά στο τηλέφωνο. Δεν δείχνει να ξαφνιάζεται. Απεναντίας μου κάνει νεύμα να περιμένω. Όταν κλείνει το τηλέφωνο με κοιτά
- Είστε ο κύριος?  με ρωτά ενώ παράλληλα ρίχνει ματιές στην ατζέντα της
- Λυγίζος. Στέφανος Λυγίζος, κάνω τυπικά
- Το ραντεβού σας με το γιατρό, κύριε Λυγίζο είναι για τις 19:30 και η ώρα είναι 19:00?
- Το ξέρω, απλά ήρθα λίγο νωρίτερα αν δε σας πειράζει
- Εμένα καθόλου. Απλά θα περιμένετε...
- Έχω μάθει να περιμένω, κάνω με διάθεση να ανοίξω κουβέντα
- Περάστε στο χωλ, κύριε Λυγίζο. Ο γιατρός θα σας δει σε λίγο, μου πετά και την κλείνει άδοξα.
Κάθομαι σε ένα τριθέσιο δερμάτινο καναπέ. Δίπλα μου κάθεται ένας χοντρός λιπόσαρκος τύπος που με τον όγκο του καλύπτει τα δύο τρίτα του επίπλου.Τα κουμπιά του πουκάμισου του, κρατούν αντίσταση σε μια βαριά κοιλιά που αγκομαχά να λευτερωθεί. Τα πόδια του είναι σαν νταμιτζάνες πεντάλιτρες και στενάζουν μέσα σε ένα ξεβαμένο τζην, ενώ τα πέλματα του θυμίζουν βατραχοπέδιλα. Βαριανασαίνει αμίλητος. Απεναντί μου κάθεται μια εξηνταπεντάρα γιαγιά αδύνατη και ωχρή στο χρώμα του λουλακί. Έχει ακουστικά στα αφτιά που καταλήγουν σε ένα κινητό και ή τραγουδά ή μιλάει μόνη της. Ένα πράγμα απροσδιόριστο.

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Σαρανταδύο

Φανταστείτε την μητέρα φύση σαν ένα νόμισμα που κυλά από χέρι σε χέρι.Πάει σε όλους, ανεξαιρέτως φύλου και ηλικίας. Στην διπλή του όψη κουβαλάει το καλό και το κακό, την ζωή και το θάνατο, την ευτυχία και την δυστυχία, το γέλιο και το κλάμα, την χαρά και την λύπη, την ελπίδα και την απόγνωση. Όλοι μας κάποια στιγμή νοιώθουμε το νόμισμα στα χέρια μας πότε με την μία όψη και πότε με την άλλη. Πότε κορώνα, πότε γράμματα. Πότε γελαστοί και πότε γελασμένοι. Σε κάποιους έχει την τάση να κάθεται λίγο παραπάνω είτε είναι ευχάριστη η παρουσία του, είτε είναι δυσάρεστη.Στην πρώτη περίπτωση φοβάσαι ότι θα τελειώσει σύντομα και εύχεσαι κάθε στιγμή να μη συμβεί αυτό. Στην δεύτερη πεθαίνεις καθημερινά και προσπαθείς με όλες σου τις δυνάμεις να το ξορκίσεις. Και τα δύο αφήνουν σημάδια πάνω σου. Στο σώμα, στο πρόσωπο, στην ψυχή. Το πρώτο σε εξιδανικεύει. Το δεύτερο σε ωριμάζει. Και τα δύο σε ολοκληρώνουν.

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Σαρανταένα

Δούλεψε για να ζεις και ζήσε τη στιγμή. Μην την αφήνεις να γίνει παρελθόν γιατί αυτός που ζει με τις αναμνήσεις δεν έχει παρόν. Και κατά συνέπεια αυτός που δε ζει το παρόν, δεν έχει μέλλον. Ζήσε το τώρα, ονειρέψου το αύριο και μίλα για το χθες. Δεν έχω ιδιαίτερες δυσκολίες στο να βρω δουλειά. Αρκεί να αρχίσω να ψάχνω. Τα προβλήματα ξεκινούν αφού την βρω. Με την ίδια ευκολία που μπαίνω, βγαίνω. Άλλοτε με διώχνουν και άλλοτε φεύγω μόνος μου. Τώρα θα μου πείτε με την σειρά σας ότι με την ανεργία στα ύψη λέω φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ηρεμήστε. Ακούστε το σκεπτικό μου και στο τέλος θα συμφωνήσετε μαζί μου.Ποτέ δεν είχα κάποιο σοβαρό θέμα με την φύση οποιασδήποτε δουλειάς.Μπορώ να κάνω τα πάντα. Κεσεδάκια σε γιαούρτια δώστε μου να βάλω για οχτώ ώρες. Το γάλα να μοιράσω πόρτα πόρτα. Σφραγίδες σε κοτόπουλα να βάλω. Ηλικιωμένους να περάσω απέναντι σε δρόμους ταχείας κυκλοφορείας. Θα το κάνω ευχαρίστως. Το δράμα μου έγκειται στη διάρκεια. Εκεί, ή θα τα κάνω θάλασσα και θα με διώξουν ή θα βαρεθώ και θα φύγω μόνος μου. Σε καμιά δουλειά δεν στέριωσα παραπάνω από κάποιους μήνες. Και πιστέψτε με είναι αρκετές.

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Σαράντα

Δύο μέρες τώρα ένας μίνι καύσωνας έχει εγκατασταθεί στην πόλη μας.Ξεκίνησε με 35 βαθμούς Κελσίου και σήμερα ο υδράργυρος σαράντισε. Αποτέλεσμα αυτού η μισή Αθήνα να καίγεται και η άλλη μισή να πνίγεται στον ιδρώτα. Ο γείτονας του τρίτου έκανε την καλύτερη δουλειά. Πήρε την γριά του και έκλεισε δωμάτιο στο νοσοκομείο. Σου λέει αν έρθει ο χάρος, μην με βρει στα μαρμαρένια αλώνια αλλά στα σαλόνια του Μετροπόλιταν. Κάλλιον το προλαμβάνειν παρά το θεραπεύειν*. Στο μπαλκόνι δεν στέκεσαι ούτε λεπτό. Από την υπερβολική ζέστη σου κόβεται η αναπνοή. Στο σπίτι έχω ανοίξει πόρτες και παράθυρα για να σχηματιστεί ρεύμα αλλά δεν σαλεύει φύλλο. Μέχρι και την εξώπορτα άνοιξα αλλά ίχνος από αέρα. Ο μόνος που μπήκε και αυτός κοπανιστός ήταν ο διαχειριστής που ζητούσε τα κοινόχρηστα. Για καλή μου τύχη ήμουν στο μπάνιο και ο διάλογος συνεχίστηκε με αυτόν απέξω να γκαρίζει και μένα μέσα να βρέχομαι στη ντουζιέρα για νιοστή φορά. Επέμενε ότι δεν θα έφευγε αν δεν έπαιρνε τα χρήματα και όταν του είπα ότι το μόνο που μπορούσε να πάρει αυτή την στιγμή ήταν τα σκουπίδια θύμωσε τόσο πολύ που φεύγοντας μου βρόντηξε την εξώπορτα. Δεν τον αδικώ. Θύμα θερμοπληξίας και αυτός.

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Τριανταεννέα

Μεσημέρι στο σπίτι. Ησυχία. Αυτοκίνητα ανεβαίνουν στο ρελαντί την Φιλολάου κουβαλώντας το καθένα και μια διαφορετική ιστορία για να χαθούν στο πουθενά. Μικρά μαγαζιά κλείνουν για την μεσημβρινή σιέστα*. Άνθρωποι ανεβοκατεβαίνουν κυνηγώντας το τίποτα. Πιάτα στριμώχνονται σε στρωμένα τραπεζομάντιλα και κάθε λογής φαγητά σερβίρονται στην ώρα τους. Μια πανδαισία γεύσεων. Ένα μπουκέτο οσμών φιλτράρεται στην μύτη μου. Με ακολουθεί παντού. Ζαλίζομαι. Κλείνω το παράθυρο. Πέφτω στο κρεβάτι. Ανοίγω το βιβλίο του Joseph Conrad "Η καρδιά του σκότους" και σαν άλλος Μάρλοου ταξιδεύω με ατμόπλοιο πέρα από το φως, στο απόλυτο σκοτάδι της αβύσσου.
- Ευτυχία που να σαι?
- Τι θα κάνω σήμερα?
- Μη ξεχάσω να φάω..
- Κάποια στιγμή πρέπει να περάσω από το σπίτι και να την δω...
Ξάφνου η πόρτα χτυπά. Δεν σηκώνομαι. Δεν είναι για καλό. Όποιος είναι θα φύγει. Επιμένει. Το ίδιο και γω. Όποιος και να σαι πάρε τους μπελάδες και τις σκοτούρες μαζί σου. Δεν σε ακούω. Δεν υπάρχεις. Είσαι μέσα στο μυαλό μου. Δεν είναι όμως. Γιατί τώρα ακούω και φωνές. Εκτός και αν είμαι τρελός.
- Λες?
Οι φωνές δεν είναι πολλές παρά μόνο μία. Και επαναλαμβάνει συνεχώς το όνομα μου.
- Ποιος διάολος είναι και τι θέλει?

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Τριανταοχτώ

- Πάρε αυτό το Mojito και βάλτο εκεί που ξέρεις, λέει ένας τύπος σε έξαλλη κατάσταση στον Στέλιο που τον κοιτά με απορία. Είναι γύρω στα 40, φορά γκρι κοστούμι με σκούρα μπλε γραβάτα και ασορτί παπούτσια. Σαν ιατρικός επισκέπτης ένα πράγμα.Στο δεξί του χέρι κρατά ένα Cohiba μισοσβησμένο που αφήνει ανεπαίσθητα το άρωμα του.Δείχνει σίγουρος και με αυτοπεποίθηση.
- Γιατί τι έχει? ρωτά ο Στέλιος και είναι έτοιμος να ξεσπάσει
- Τι δεν έχει να ρωτάς καλύτερα? κάνει αυτός
- Τι δεν έχει?
- Μέντα άσχετε...
Σίγουρα έχει φλέμα σκέφτομαι και αρχίζω να το διασκεδάζω.
- Δεν είχα μέντα. Τι να κάνω? απολογείται ο Στέλιος
- Ας μου το λεγες  να πάρω κάτι άλλο, κάνει αυτός
- Τι θα λεγες να πάρεις δρόμο?
- Τον ακούσατε? απευθυνόμενος σε μας. Δείτε συμπεριφορά προς πελάτη.
  Και όλα αυτά γιατί δεν μπορεί να φτιάξει ένα κοκτέηλ Mojito!!!
- Φτιάχνω άριστα όμως το κοκτέηλ "σου σπάω τη μάπα"
- Που είναι το αφεντικό σου? Θέλω να δω το αφεντικό σου?
- Κου - Κου, κάνεις ο Στέλιος αποστωμοτικά.

Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Τριανταεφτά


"Κλείνω τα μάτια και νομίζω πως θα ξυπνήσω κάπου αλλού, μα όταν τα ανοίγω και κοιτάω χάνω τη σκέψη, χάνω το νου..."
Η ατάκα αυτή είναι γραμμένη έξω από ένα κουτί παπουτσιών. Εκεί μέσα στριμώχνονται και σκονίζονται, κοντά τώρα μια δεκαετία, αναμνήσεις και εμπειρίες από το στρατό.Λένε πολλοί, πως η παραμονή σου εκεί σε κάνει άντρα, ενώ αυτοί που τον απέφυγαν μένουν με το στίγμα*. Εγώ για να είμαι ειλικρινής φορώντας τη παραλλαγή δεν ένοιωσα περισσότερο άντρας και επειδή ο Άγγελος και ο Πέτρος κατάφεραν και δεν την έβαλαν σας διαβεβαιώνω πως δεν έχουν καμιά διαφορά από μένα. Ίσως οι ίδιοι να νομίζουν ότι διαφέρουν. Σα νεοσύλλεκτος παρουσιάστηκα το 2003 στη Κόρινθο και μετά από δύο μήνες πήρα μετάθεση για τη Σάμο. Από κει απολύθηκα. Έκανα σύνολο 18 μήνες. Το παράδοξο είναι ότι λίγους μήνες μετά, οι τζουτζέδες* του Υπουργείου Άμυνας μείωσαν την θητεία στο μισό. Περίμεναν εμένα μάλλον να φύγω. Ποτέ δεν κατάλαβα την ανούσια παρουσία μου στο στρατό σε βάρος της αδικαιολόγητης απουσίας μου από τη ζωή. Αυτά που σου λείπουν εκεί πάρα πολύ, είναι πράγματα αυτονόητα. Που σου θυμίζουν κάποτε ότι ήσουν άνθρωπος. Ένα καλό φαγητό, ένα καλό κρασί, μια γυναικεία παρέα, ένας κινηματογράφος. Όλα αυτά γίνονται είδος πολυτελείας. Καθημερινά αποξενώνεσαι και κατεβαίνεις δυο δυο τα σκαλιά της παρακμής. Το δύσκολο δεν είναι να επιβιώσεις. Αυτό το καταφέρνουν λίγο πολύ όλοι. Το δύσκολο είναι να συνηθίσεις. Έγω την πρώτη μέρα έφαγα με όρεξη ένα άθλιο ζαμπόν με πατάτες, κατόπιν πήγα τουαλέτα και το επόμενο πρωινό σηκώθηκα με στύση. Απίστευτα πράγματα.

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

Τριανταέξι

Μένω Παγκράτι τα τελευταία τρία χρόνια και ευελπιστώ να μείνω εδώ κάμποσο. Και λέω ευελπιστώ γιατί τον τελευταίο καιρό τα λουριά έχουν σφίξει. Επαναλαμβάνω λάθη του παρελθόντος. Πριν, έμενα Νέα Σμύρνη. Πάνω από την πλατεία. Και πιο πριν Ζωγράφου. Κοντά στη Φιλοσοφική. Από κει έφυγα νύχτα. Ο ιδιοκτήτης με έψαχνε μέρες. Όταν το πήρε απόφαση ότι δε θα με βρει κατέσχεσε τα πράγματα μου. Μια ψαροκασέλα στην οποία κοιμόμουν, ένα τραπέζι, δυο καρέκλες, ένα ψυγείο, ένα ραδιόφωνο της πούτσας, κάτι ρούχα και λίγα κουζινικά. Φθηνοπράγματα. Το μόνο για το οποίο χαλάστηκα ήταν το ψυγείο. Ήταν ένα παλιό αμερικάνικου τύπου το οποίο είχα αγοράσει κοψοχρονιά* από το Μοναστηράκι. Στις τρέλες ζέστες του καλοκαιριού το χρησιμοποιούσα και σαν κλιματιστικό. Το άνοιγα και έψυχα το χώρο.Μεγάλες διαστάσεις. Μπορούσες να βάλεις μέσα πτώμα και να το διατηρήσεις μέρες εκεί. Κάνα δυο φορές που με αιφνιδίασε με δικό του κλειδί εκεί μέσα κρύφτηκα. Πάγωσαν τα παπάρια μου μέχρι να φύγει. Για τα υπόλοιπα δε με ένοιαξε. Ποτέ δεν δέθηκα με τα πράγματα. Προτιμώ να δένομαι με τους ανθρώπους. Αυτό που δε θα ξεχάσω από κει, είναι κάτι τρελά ξενύχτια στη Πολυτεχνειούπολη και το καθημερινό μπανιστήρι* από τη βεράντα μου προς την φοιτητική εστία με θύματα αθώα λάγνα θηλυκά με φιδίσια κορμιά που άπλωναν την μπουγάδα τους στο μπαλκόνι συνήθως μόνο με το άρωμα τους. Πολλές φορές και χωρίς αυτό. Πρόλαβα και έμεινα δύο χρόνια. Τους τελευταίους έξι μήνες τσάμπα. Στην Νέα Σμύρνη το είχα δει το έργο και όταν ο ιδιοκτήτης άρχισε να γίνεται ενοχλητικός και να μου τα ζαλίζει ξεκίνησα την μετακόμιση. Κάθε μέρα έφευγα και έπαιρνα και ένα πράγμα μαζί μου.

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Τριανταπέντε

Η μεγαλύτερη αμαρτία, λένε, είναι το χαραμισμένο ταλέντο. Ένα χρόνο μεγαλύτερος από μένα ο Πέτρος, ήταν αρκετά δημοφιλής στο σχολείο,σημαιοφόρος, πρόεδρος του 15μελούς, αρχηγός στην ομάδα μπάσκετ και περιζήτητος στις γυναίκες. Οι καθηγητές τον είχαν παράδειγμα και οι γονείς πρότυπο για τα παιδιά τους. Κακά τα ψέμματα. Είχε στόφα ηγέτη. Γνωριστήκαμε σε ένα παραλιακό μπαρ που είχε κλείσει ο ίδιος για να γιορτάσει την είσοδο του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα της Φαρμακευτικής και είχε καλέσει το μισό σχολείο. Εγώ 17χρονο σκατό τότε, πειραματιζόμουνα με ένα μπουκάλι ρούμι και σε δύο ωρίτσες το στομάχι μου είχε αποβάλλει το οξύ από μέσα μου χαρίζοντας σε μένα ένα τεράστιο λεκέ από ξέρατα στο σακάκι μου και στους υπόλοιπους γέλια στη  διαπασών. Ο Πέτρος ήρθε από πάνω μου,στάθηκε και μου είπε
- Μάγκα μου δε το χρειάζεσαι αυτό?
- Και που ξέρεις εσύ τι χρειάζομαι?
- Θες να πιούμε ένα τσιγάρο παρέα?

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Τριαντατέσσερα

- Λοιπόν κύριοι, υποθετική ερώτηση στην οποία καλείστε να απαντήσετε,κάνει ο Άρης αφήνοντας το ποτό του στο μπαρ. Λίγο πριν, το έχει αδειάσει μονορούφι. Ο Στέλιος σαν καλός οικοδεσπότης το ξαναγεμίζει με πάθος.Λίγο πιο πέρα εγώ, διακριτικά στο περιθώριο, να αναρωτιέμαι τη μαλακία θα πει πάλι. Οι μουσικοί ήχοι των Red Hot Chilli Peppers με το "Californication" είναι η μοναδική όαση και η παρηγοριά μου μετά το τρίτο Dimple blended.
- Έχετε τη γκόμενα στο κρεβάτι και σας βάζει το εξής δίλημμα: ή να της κάνετε γλειφοκώλι ή να σας βάλει κωλοδάχτυλο. Τι διαλέγετε?
- Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική? κάνει ο Στέλιος που δείχνει να προβληματίζεται σοβαρά.
- Καμία, απαντά ο Άρης σαδιστικά.
- Θα της έγλυφα το κώλο αλλά πρώτα θα την έβαζα να πλυθεί καλά! Έσύ Άρη τι θα κανες?
- Εννοείται γλυφοκώλι. Τη κωλοτρυπίδα μου δεν την διαπραγματεύομαι με καμιά και με κανέναν.
Μετά από κάποια δεύτερα αφού κοιτάζονται λες και έλυσαν κάποιο σπουδαίο γρίφο γυρίζουν προς το μέρος μου.
- Εσύ Στέφανε? κάνουν μαζί και περιμένουν τη γνώμη μου για να επιβεβαιωθεί η βλακεία τους.
Το βλέμμα μου πλανιέται στο χώρο. Κάθομαι στην άκρη του μπαρ και αριστερά μου απλώνεται μία μπάρα, ένας μεγάλος μακρόστενος πάγκος που φτάνει μέχρι το τέλος του διαδρόμου και καταλήγει στις τουαλέτες. Όρθια ξύλινα σκαμπό βρίσκονται στη σειρά και πάνω σε αυτά κάθονται σόλο γυναίκες, ζευγάρια που χαχανίζουν, θαμώνες που πίνουν το ποτό τους, μεθυσμένοι που παραμιλούν, καμάκια που ψάχνονται και μικρές παρέες που κάθονται εναλλάξ. Πίσω υπάρχουν τραπέζια για μεγαλύτερες συναθροίσεις. Στους τοίχους υπάρχουν σπάνια βινύλια από Beatles, Rolling Stones, Elvis,Led Zeppelin και Pink Floyd και στο βάθος ένας μικρός χώρος για αυτοσχέδιες μπάντες που παίζουν μετά τις 00:00. Κοιτώ την ώρα. Κοντεύει 23:00. Για μία ώρα ακόμα είμαι αναγκασμένος να ακούω τις παπαριές τους.
- Λοιπόν?

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Τριαντατρία

Για κάποιους ανθρώπους η μοίρα είναι προδιαγεγραμμένη. Έχουν φροντίσει για αυτούς κάποιοι άλλοι. Παράδειγμα. Ο γιος ενός βασιλιά γεννιέται πρίγκηπας. Ο γιος ενός μεγιστάνα γεννιέται πλούσιος. Κανείς από αυτούς δε το ζήτησε. Κανείς δε ρωτήθηκε. Απλά προέκυψε. Ο Άγγελος ανήκει σε αυτή τη κατηγορία. Όχι βέβαια. Δεν είναι γαλαζοαίματος, αν και πολλές φορές φέρεται σαν να είναι. Oύτε βέβαια γιος μεγιστάνα, αν και το χρήμα ρέει άφθονο. Απλά η μοίρα, του έδειξε το πιο γλυκό της πρόσωπο, αν και στην αρχή χρειάστηκε να του δείξει το πιο σκληρό. Ο πατέρας του το φθινώπορο του 95 βγήκε να αγοράσει τσιγάρα στο περίπτερο. Από τότε δεν το ξανάδε κανείς. Ο Άγγελος ήταν τότε μόνο 10 χρονών. Η μητέρα του αναγκάστηκε να κάνει δύο και τρεις δουλειές για να τα φέρει βόλτα.Κατάλαβε από πολύ νωρίς το νόημα της ζωής και μια που δεν ήθελε να λείψει τίποτα από το κανακάρη της ξαναπαντρεύτηκε έναν σιτεμένο για την ηλικία της άντρα που είχε τη καρδιά του. Αυτός τους άφησε χρόνους τον Αύγουστο του 2004. Δύο μέρες πριν την έναρξη των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα. Ο Άγγελος συμμετείχε σαν εθελοντής. Ο γέρος έφυγε με το παράπονο ότι δεν τον καμάρωσε. Τον αγαπούσε πολύ. Παρόλο που δεν ήταν γιος του. Δεν τον αδικώ. Ο κολλητός μου είναι αγαπησιάρης. Τώρα θα αναρωτιέστε γιατί σας τα λέω όλα αυτά. Ο γέρος λοιπόν πέρα από τη καρδιά του έτυχε να έχει δώδεκα ακίνητα στο Κολωνάκι. Χώρια κάτι μετοχές και κάμποσα ομόλογα στην άκρη. Έτσι λοιπόν ο Άγγελος, ενήλικος πλέον, βρέθηκε να είναι ο μοναδικός κληρονόμος και μέσα σε ένα βράδυ αυτός και η μητέρα του μετακόμισαν σε μια μεζονέτα στην Αναγνωστοπούλου. Καθόλου άσχημα για μια μάνα και ένα παιδί από το Βύρωνα. Από τότε δεν τους έλειψε τίποτα.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Τριανταδύο

Είμαι Φιλολάου με κατεύθυνση το σπίτι όταν ξαφνικά ακούω
- Ευτυχία... Ευτυχία...
Μαρμαρώνω. Η καρδιά μου χτυπά δυνατά. Οι σφυγμοί μου αυξάνονται. Λες?...
Γυρίζω με προσδοκία και αντικρύζω ένα κοριτσάκι να μου χαμογελά. Πιο πίσω ένας 35άρης μπαμπάς τρέχει και όταν την φτάνει την κοιτά και την παρατηρεί συμβουλευτικά.
- Ευτυχία, τι έχουμε πει? Το χέρι του μπαμπά δεν το αφήνουμε ποτέ!
Την παίρνει αγκαλιά και χάνονται στη στροφή. Γαμώτο. Για λίγο αισθάνθηκα πεταλούδες στο στομάχι μου. Αλλά απαιτήσεις που έχεις και συ αδελφέ μου! Μπορεί να βρίσκεται σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου και συ περιμένεις να τη συναντήσεις έξω από το σπίτι σου. Ή τρελός πρέπει να σαι ή μαλάκας...
- Μαλάκας είσαι ανθρωπέ μου?  κάνει ένας κοστουμαρισμένος λιγδιάρης κρατώντας τη μύτη του.
Χαμένος στο λαβύρινθο της Ευτυχίας μου δεν πρόσεξα στην είσοδο της πολυκατοικίας και άνοιξα τη πόρτα με ορμή. Αυτή με τη σειρά της άφησε το αποτύπωμα της στη μύτη του. Δεύτερος νόμος κίνησης του Νεύτωνα." Ή ασκούμενη σε ένα σώμα συνισταμένη δύναμη προκαλεί επιτάχυνση".
- Συγνώμη, κάνω, δεν ήξερα...